Όλα ξεκίνησαν με την προσπάθεια να κατασκευαστούν μαχητικά αεροσκάφη που να είναι γρήγορα. Αυτός ο σκοπός άρχισε να επιτυγχάνεται με τον σχεδιασμό πρωτότυπων μοντέλων που δεν είχαν ουρά. Η μη ύπαρξη ουράς μείωνε την αντίσταση στον αέρα που επέτρεπε μεγαλύτερες ταχύτητες. Ακόμα, ένα άλλο πολύ θετικό που παρουσίασαν αυτού του είδους τα αεροσκάφη είναι ότι θα μπορούσαν να είναι πιο αόρατα στα εχθρικά ραντάρ γιατί τα κύματα που στέλνουν δεν αντανακλούν και στην ουρά του αεροσκάφους. Στα θετικά ακόμα προστίθεται και η μειωμένη αντίσταση στον αέρα, κάτι που μείωνε και την κατανάλωση καυσίμου. 

Το πρόβλημα όμως που δημιουργείτο ήταν ότι αυξανόταν η αστάθεια του όταν η ταχύτητα ήταν πολύ μεγάλη και η τεχνολογία δεν ήταν αρκετά προηγμένη ώστε να μπορεί ένα τέτοιο αεροσκάφος να πετά σταθερά και ασφαλισμένα. Όμως μετά από κάποια χρόνια, όταν αναπτύχθηκε και εφαρμόστηκε η τεχνολογία fly-by-wire (https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%97%CE%BB%CE%B5%CE%BA%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CF%83%CF%8D%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BC%CE%B1_%CE%B5%CE%BB%CE%AD%CE%B3%CF%87%CE%BF%CF%85_%CF%80%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B7%CF%82), αυτό το πρόβλημα εξαλείφθηκε.   

Το αεροσκάφος Χ-36 σχεδιάστηκε το 1993 και εντός της δεκαετίας κατασκευάστηκαν μόνο δύο πρωτότυπα για δοκιμές. Το μέγεθος τους ήταν στο 28% του πραγματικού αεροσκάφους, αν αυτό έμπαινε σε παραγωγή. Λόγω του μικρού του μεγέθους, δεν είχε πιλότο και έτσι ο χειρισμός του γινόταν από χειριστή που βρισκόταν σε εξομοιωτή. Οι κάμερες του αεροσκάφους έστελναν σήμα σε οθόνες αυτού του εξομοιωτή.  

Διεξήχθησαν πολλές πτήσεις που διαρκούσαν από 35 μέχρι 45 λεπτά και είχαν μεγάλη επιτυχία. Τα μοντέλα αυτά ελίσσονταν όχι μόνο με τα πτερύγια αλλά και από τα ακροφύσια της μηχανής. Ακόμα όπως προαναφέραμε ο χειρισμός γινόταν με το ηλεκτρονικό σύστημα fly-by-wire.    

Το θέμα ήταν όμως ότι το κόστος σχεδιασμού, κατασκευής και έπειτα δοκιμών θα ήταν πολύ μεγάλο και έτσι παρά το ότι θα ήταν πανίσχυρο, αποφασίστηκε να μην παραχθεί.

[Πηγή: www.nationalinterest.org]